Παρουσίαση/Προβολή

Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΑΝΤΙΓΟΝΗ -ΕΙΣΑΓΩΓΗ
(1056010273) - ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥΔΗΣ
Περιγραφή Μαθήματος
Σ Ο Φ Ο Κ Λ Ε Ο Υ Σ Α Ν Τ Ι Γ Ο Ν Η
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η
- ΤΟ ΔΡΑΜΑ
Π ο ι η τ ι κ ό ς λ ό γ ο ς
Έπος Λυρική ποίηση Δράμα
Το δράμα (< δράω-ῶ = πράττω) χρησιμοποιεί στοιχεία από το Έπος (= λόγος) και τη Λυρική ποίηση (μουσική και όρχηση), αλλά δημιουργήθηκε για παράσταση, δηλαδή αναπαριστά και ζωντανεύει ένα γεγονός, μιμείται μια πράξη μπροστά στους θεατές.
Προέλευση του δράματος
Η αρχή του δράματος εντοπίζεται στις θρησκευτικές τελετές (δρώμενα) που είτε αναπαριστούσαν γεγονότα από τη ζωή των θεών είτε αποτελούσαν συμβολικές ιερές πράξεις, όπως συνέβαινε στα Ελευσίνια μυστήρια και τη λατρεία του Διονύσου. Ο Διόνυσος ή Βάκχος ήταν θεός της βλάστησης, του κρασιού και γενικά των παραγωγικών δυνάμεων της φύσης. Η λατρεία του ήρθε από την Φρυγία και απέκτησε γρήγορα πανελλήνιο χαρακτήρα.
Η έκσταση και η θεοληψία είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της διονυσιακής λατρείας. Οι πιστοί έβγαιναν από τον εαυτό τους και ένιωθαν να κατέχονται από το θεό. Την έκταση των πιστών βοηθούσε και η μεταμφίεση. Φορούσαν δέρματα ζώων, στεφάνια κισσού και αυτοσχέδιες μάσκες από φύλλα ή κατακάθι κρασιού. Σ’ αυτές τις μεταμφιέσεις των εορταστών του Διονύσου έχει την αφετηρία του το δράμα, γιατί και τα πρόσωπα του δράματος μεταμφιέζονταν για να υποδυθούν τους ήρωες του έργου.
Όταν ο Πεισίστρατος ίδρυσε ιερό προς τιμή του Διονύσου στα ΝΑ της Ακρόπολης, μετέφερε σ’ αυτό από τις Ελευθερές της Βοιωτίας το ξύλινο άγαλμα του Διονύσου και οργάνωσε λαμπρές γιορτές. Σ’ αυτό το χώρο ο Θέσπης δίδαξε για πρώτη φορά δράμα το 534 π.Χ.
Χρόνος των παραστάσεων
Οι δραματικές παραστάσεις γίνονταν κατά τις εορτές του Διονύσου, οι οποίες στην Αττική ήταν τέσσερις:
α. Τα Μεγάλα ή ἐν ἄστει Διονύσια: Εορτάζονταν στα μέσα Μαρτίου-Απριλίου. Ήταν η λαμπρότερη εορτή του Διονύσου, διαρκούσε 6 μέρες και παίζονταν νέα δράματα. Την εποπτεία της εορτής είχε ο Επώνυμος Άρχων.
β. Μικρά ή κατ’ αγρούς Διονύσια: Εορτάζονταν στα μέσα Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου και παίζονταν επαναλήψεις δραμάτων.
γ. Τα Λήναια: Εορτάζονταν στα μέσα Ιανουαρίου- Φεβρουαρίου και παίζονταν νέα δράματα.
δ. Τα Ανθεστήρια: Εορτάζονταν στα μέσα Φεβρουαρίου-Μαρτίου. Αργότερα προστέθηκαν και σ’ αυτήν δραματικοί αγώνες.
Είδη του δράματος: Τρία είναι τα είδη του δράματος : η τραγωδία, η κωμωδία και το σατυρικό δράμα.
Το σατυρικό δράμα: Ήταν ένα ευχάριστο λαϊκό θέαμα που σκοπό είχε μόνο να προκαλέσει το γέλιο.
Η κωμωδία: Επιδίωκε να γελοιοποιήσει πρόσωπα και καταστάσεις, ώστε μέσα από τη φάρσα, το γέλιο να ασκήσει κριτική. Τα θέματά της τα αντλούσε από την καθημερινή ζωή, αλλά συχνά τα «έντυνε» με μύθους ή κατασκεύαζε πλαστές εικόνες, με σκοπό να τέρψει αλλά και να διορθώσει τα «κακώς κείμενα».
- Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Γένεση. Ο διθύραμβος ήταν ένας χορικός ύμνος που συνόδευε τις τελετουργικές πράξεις των βακχικών θιάσων. Ο πρώτος του Χορού, ο κορυφαίος, τραγουδούσε αυτοσχεδιάζοντας, ιστορίες από τη ζωή και τα παθήματα του Διονύσου, ενώ ο υπόλοιπος χορός απαντούσε με συμβατικές επωδούς (refrains). Από αυτούς τους αυτοσχεδιασμούς των κορυφαίων, των πρωτοτραγουδιστών, «τῶν ἐξαρχόντων τὸν διθύραμβον» θεωρεί ο Αριστοτέλης ότι δημιουργήθηκε το δράμα.
Η λέξη τραγωδία έχει αβέβαιη προέλευση.
Σημαίνει:
α. ᾠδὴ τῶν τράγων = χορικό άσμα των λατρευτών του Διονύσου που φορούσαν δέρματα τράγων ή
β. χορικό άσμα σε διαγωνισμό με βραβείο για τον νικητή έναν τράγο.
Και οι δύο απόψεις θεωρούνται αυθαίρετες και χωρίς επιστημονική στήριξη.
Σταθμό στην εξέλιξη του διθυράμβου σημείωσε ο Αρίων από τη Μήθυμνα της Λέσβου, που είχε εγκατασταθεί στις αρχές του 6ου αιώνα στην αυλή του Περιάνδρου (τυράννου της Κορίνθου). Αυτός έδωσε στον αυτοσχέδιο διθύραμβο τεχνική μορφή:
α. Συνέθεσε τους στίχους και τη μουσική των διθυράμβων. Τους διθυράμβους του Αρίωνα εκτελούσε Χορός 50 ανδρών, τον οποίο ασκούσε ο ίδιος ο ποιητής.
β. Υπήρξε ο «εὑρετὴς τοῦ τραγικοῦ τρόπου», δηλαδή μεταμφίεσε τους χορευτές σε τραγόμορφους σατύρους. Έτσι, ο βακχικός θίασος έγινε τραγικός θίασος και οι χορευτές ονομάζονταν «τραγῳδοί». Το μεγάλο βήμα πάντως από τον διθύραμβο στην τραγωδία έγινε στην Αττική. Ο Θέσπης (κατά την πιθανότερη εκδοχή) στα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. είναι ο πρώτος που αποσπάστηκε από το Χορό και στάθηκε απέναντι του υποδυόμενος ένα ρόλο, είναι δηλαδή ο πρώτος υποκριτής που δεν τραγουδά, αλλά αφηγείται και αναπαριστά μια ιστορία. Οι στίχοι αυτοί αποτέλεσαν τα πρώτα θεατρικά στοιχεία, τα οποία διευκόλυναν την παρουσίαση του μύθου μέσα από διάλογο και αφήγηση. Όσο τα διαλογικά-θεατρικά στοιχεία με τον καιρό έπιαναν μεγαλύτερη έκταση, τόσο περιοριζόταν και ο ρόλος του Χορού, μέχρι που κατέληξε ο Χορός να τραγουδάει άσματα άσχετα με το Διόνυσο και να μην μεταμφιέζεται πια σε σάτυρο. Η αφήγηση του υποκριτή συνιστά το επικό και τα τραγούδια του Χορού το λυρικό στοιχείο της τραγωδίας.
Ο ρ ι σ μ ό ς τ η ς τ ρ α γ ω δ ί α ς κ α τ ά τ ο ν Α ρ ι σ τ ο τ έ λ η :
Ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας, μέγεθος ἐχούσης ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστῳ τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν.
Αριστ. Ποιητ. 1449b 23-28
Η τραγωδία είναι μίμηση μιας πράξεως σπουδαίας και σημαντικής ολοκληρωμένης (δηλ. με αρχή, μέση και τέλος) που έχει ορισμένη έκταση λόγο με ρυθμό, μελωδία και αρμονία στοιχεία τα οποία κατανέμονται στα διάφορα μέρη του έργου, όπου το καθένα ταιριάζει, (η οποία μίμηση) πραγματώνεται με δράση και όχι με απαγγελία και προκαλεί στην ψυχή των θεατών τον έλεο (ευσπλαχία) και το φόβο, μέσω των οποίων, στο τέλος (της παράστασης), οδηγούνται στην κάθαρση από τα παθήματα αυτά.
Κάθαρση: Υποστηρίχθηκε ότι στην τραγωδία καθαίρονται:
α. Οι ήρωες, ή β. οι ηθοποιοί, ή γ. οι θεατές. Η σωστή άποψη είναι ότι καθαίρονται οι θεατές, ηθικά, ψυχολογικά και αισθητικά.
Οι θεατές:
Ελευθερώνονται από αντικοινωνικά συναισθήματα (επιθετικότητα, έλλειψη αιδούς,...).
Καθαίρονται από τα πάθη τους (= ψυχικά πάθη, συναισθήματα).
Καθαρίζουν την ψυχή τους, ανακουφίζονται και ηρεμούν, γιατί διαπιστώνουν είτε την ηθική νίκη του τραγικού ήρωα ή την αποκατάσταση της ηθικής τάξης. Ο ρόλος της τραγωδίας είναι, πρώτιστα, παιδευτικός.
Η δομή της τραγωδίας
Κατά ποσόν μέρη:
α. Επικό στοιχείο (διάλογοι-αφήγηση): Πρόλογος - επεισόδια - έξοδος.
β. Λυρικό στοιχείο (Χορός): Πάροδος - στάσιμα (κομμοί, μονωδίες, διωδίες)
.
Κατά ποιόν μέρη: Μύθος, ήθος, λέξη, διάνοια, μέλος, όψη.
Κατά ποσόν μέρη:
α. Επικό στοιχείο (διάλογοι-αφήγηση):
Ο Πρόλογος: Τμήμα που προηγείται της εισόδου του Χορού στην ορχήστρα και εισάγει τον θεατή στην υπόθεση του έργου. Έχει τη μορφή μονολόγου ή διαλόγου.
Τα Επεισόδια: Τμήματα που παρεμβάλλονται μεταξύ των χορικών και αντιστοιχούν στις πράξεις του σύγχρονου θεάτρου. Είναι σημαντικά, γατί αναπτύσσουν και προωθούν τη σκηνική δράση μέσα από τις συγκρούσεις των προσώπων.
Η Έξοδος: Ακολουθεί το τελευταίο στάσιμο του Χορού.
β. Λυρικό στοιχείο (Χορός):
Η Πάροδος: Άσμα που τραγουδάει ο Χορός, όταν μπαίνει στην ορχήστρα.
Τα Στάσιμα: Άσματα που ψάλλει ο Χορός μετά τα επεισόδια και εμπνέονται ως προς το περιεχόμενο συνήθως από αυτά.
Άλλα λυρικά στοιχεία στην τραγωδία, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στα διαλογικά μέρη είναι:
Οι Κομμοί: Τραγουδά ο Χορός με ένα ή δύο ηθοποιούς.
Οι Μονωδίες: Τραγουδά ένας ηθοποιός.
Οι Διωδίες: Τραγουδούν δύο ηθοποιοί.
Κατά ποιόν μέρη:
Ο Μύθος: Είναι η υπόθεση του έργου, το σενάριο. Αντλείται από την μυθολογία (Θηβαϊκός, Αργοναυτικός και Τρωικός κύκλος) αλλά και από την ιστορία.
Το Ήθος: Είναι ο χαρακτήρας του τραγικού ήρωα, ο ψυχικός του κόσμος, οι σκέψεις και ο τρόπος με τον οποίο αντιδρά σε κάθε περίπτωση.
Η Λέξη: Είναι τα εκφραστικά μέσα, η ποικιλία των εκφραστικών τρόπων, το ύφος.
Η Διάνοια: Είναι οι ιδέες που εκφράζουν τα πρόσωπα της τραγωδίας και τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούν, για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους.
Το Μέλος: Είναι η μελωδία, η μουσική επένδυση του έργου.
Η Όψη: Είναι η σκηνογραφία και η ενδυματολογία.
Η έννοια του τραγικού στην τραγωδία
Τους ήρωες των τραγωδιών χαρακτηρίζει η τραγικότητα που υποδηλώνει τη σύγκρουσή τους με υπέρτερες δυνάμεις.
Ο τραγικός ήρωας συγκρούεται με :
Τη Μοίρα.
Τη θεία δίκη.
Τους ανθρώπους.
Τον εαυτό του.
Σ’ αυτή τη σύγκρουση εκδηλώνεται το ηθικό του μεγαλείο, γιατί αγωνίζεται για ηθικές αξίες. Ακόμη, η έννοια της τραγικότητα συμπεριλαμβάνει και τη μετάβαση από την άγνοια στη γνώση μέσα από τις αντιφάσεις, τα τρομερά διλήμματα και τα αδιέξοδα του ήρωα. Το αποτέλεσμα της τραγικής σύγκρουσης είναι η ηθική ελευθερία που καταξιώνει την προσωπικότητα του τραγικού ήρωα.
III. ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ
Τα μέρη του αρχαίου θεάτρου:
α. Το κυρίως θέατρο ή κοίλο.
β. Η ορχήστρα.
γ. Η σκηνή.
Το κυρίως θέατρο ή κοίλο
Είναι ο χώρος όπου κάθονται οι θεατές. Περιέχει τα καθίσματα (εδώλια), που χωρίζονται οριζόντια με διαδρόμους (διαζώματα) και κάθετα με σκάλες (κλίμακες). Τα τμήματα των καθισμάτων που περιλαμβάνονται ανάμεσα στα διαζώματα και στις κλίμακες ονομάζονται κερκίδες.
Η ορχήστρα Είναι ο κυκλικός ή ημικυκλικός χώρος όπου κινούνταν ο Χορός. Στο κέντρο της υπήρχε ο βωμός του Διονύσου (θυμέλη). Πίσω από τη θυμέλη έπαιρνε θέση ο αυλητής και ο υποβολέας.
Η σκηνή Είναι ένα ορθογώνιο κτίσμα, αρχικά ξύλινο, τοποθετημένο στη μια πλευρά της ορχήστρας, που χρησίμευε για τις μεταμφιέσεις των ηθοποιών ή ως αποθήκη του θεατρικού υλικού.
Με την εξέλιξη του δράματος, η πρόσοψη της σκηνής έγινε μέρος της σκηνογραφίας και αναπαριστούσε κάποιο τοπίο ή, συνήθως, την πρόσοψη ενός ανακτόρου ή ναού.
Το τμήμα μεταξύ σκηνής και ορχήστρας απέναντι στους θεατές, το λογείο, ήταν μάλλον υπερυψωμένο και εκεί μιλούσαν και κινούνταν οι ηθοποιοί.
Μεταξύ σκηνής και κυρίως θεάτρου, στις δύο πλευρές της ορχήστρας, υπήρχαν δύο διάδρομοι, οι πάροδοι, απ’ όπου έμπαινε στην ορχήστρα ο Χορός ή πρόσωπα που έρχονταν απ’ έξω. Από τη δεξιά προς τους θεατές πάροδο έμπαιναν όσοι έρχονταν από την πόλη ή το λιμάνι και από την αριστερή, όσοι έρχονταν από τους αγρούς ή από ξένη χώρα.
Τεχνικά και μηχανικά μέσα
Για τις ανάγκες της παράστασης μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν τα εξής τεχνικά και μηχανικά μέσα:
α. Οι περίακτοι Δύο ξύλινοι περιστρεφόμενοι στύλοι για την αλλαγή σκηνικού.
β. Το εκκύκλημα Τροχοφόρο δάπεδο για τα ομοιώματα των νεκρών.
γ. Το θεολογείο Είδος εξώστη στη στέγη της σκηνής απ’ όπου μιλούσαν οι θεοί ή οι ημίθεοι.
δ. Η μηχανή ή αιώρημα Είδος γερανού για την εμφάνιση του από μηχανής θεού.
ε. Οι χαρώνειες κλίμακες Είδος καταπακτής που επέτρεπε την άνοδο στη σκηνή των νεκρών, όταν το απαιτούσε η εξέλιξη του έργου.
στ. Το βροντείο Μηχανή που χρησίμευε για την απομίμηση της βροντής.
- ΟΙ ΔΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
Οι γιορτές κατά τις οποίες γίνονταν στην Αθήνα αγώνες δράματος ήταν τα Μεγάλα ή ἐν ἄστει Διονύσια και τα Λήναια. Και οι δύο ήταν γιορτές προς τιμή του Διονύσου. Τόπος των εκδηλώσεων ήταν το θέατρο του Διονύσου, στη νότια πλαγιά του βράχου της Ακρόπολης. Ο χρόνος της διεξαγωγής των αγώνων των Μεγάλων Διονυσίων ήταν την άνοιξη και αυτό δεν ήταν τυχαίο:
α. Συνέπιπτε με τον οργιαστικό χαρακτήρα της λατρείας του Διονύσου.
β. Περιορίζονταν οι γεωργικές ασχολίες και ο αγροτικός πληθυσμός ήταν περισσότερο ελεύθερος.
γ. Έρχονταν ξένοι στην πόλη.
Η προετοιμασία: Την οργάνωση των δραματικών αγώνων στα Μεγάλα Διονύσια αναλάμβανε ο επώνυμος άρχων και στα Λήναια ο άρχων βασιλεύς. Αυτοί επέλεγαν τρεις ποιητές από τους υποψηφίους που είχαν υποβάλλει αίτηση συμμετοχής στους αγώνες.
Ορισμός χορηγού: Στη συνέχεια, ο επώνυμος άρχων αναζητούσε χορηγούς, δηλ. πλούσιους πολίτες, οι οποίοι θα αναλάμβαναν τα έξοδα της παράστασης. Ο χορηγός θα πλήρωνε τους χορευτές και θα τους εξασφάλιζε τροφή και στέγη για τις πρόβες. Ακόμη, θα φρόντιζε για χοροδιδάσκαλο και αυλητή και παράλληλα θα μεριμνούσε για την όλη σκευή των υποκριτών, των χορευτών και των βωβών προσώπων. Ενώ η αναζήτηση των ηθοποιών για την ερμηνεία των ρόλων ήταν έργο του κράτους. Η χορηγία ήταν ένας είδος έκτακτης φορολογίας των πλουσίων (λειτουργία).
Οι δοκιμές- προάγωνας
Λίγες μέρες πριν από την εορτή, γίνονταν με επίσημη τελετή οι προάγωνες σε ειδικό χώρο το Ωδείο (σκεπαστό θέατρο, προορισμένο για μουσικούς αγώνες). Κατά τους προάγωνες, οι τραγικοί ποιητές έδιναν στο κοινό πληροφορίες για το έργο τους και τους συντελεστές του.
Οι δραματικοί αγώνες
Οι δραματικοί αγώνες διεξάγονταν τις τρεις τελευταίες μέρες των Μεγάλων Διονυσίων. Κάθε ποιητής παρουσίαζε μία τετραλογία, τρεις τραγωδίες και ένα σατυρικό δράμα. Η παράστασή τους διαρκούσε μία ολόκληρη μέρα, από την ανατολή έως τη δύση του ήλιου.
Η κρίση: Η κρίση αφορούσε στο σύνολο της τετραλογίας και όχι σε κάθε τραγωδία χωριστά.
α. Οι δέκα κριτές έγραφαν τα ονόματα των ποιητών, με τη σειρά προτίμησής τους, σε πινακίδες, τις οποίες έβαζαν σε κάλπη που κατόπιν σφραγιζόταν.
β. Από τις δέκα πινακίδες κληρώνονταν οι πέντε και από αυτές εκδιδόταν το τελικό αποτέλεσμα.
Οι τιμητικές διακρίσεις
Στους νικητές των αγώνων δίνονταν ως έπαθλο :
α. Στεφάνι κισσού.
β. Τρίποδας, τον οποίο είχαν το δικαίωμα να στήσουν στην ὁδὸ τῶν τριπόδων, ανατολικά της Ακρόπολης.
γ. Κατασκευάζονταν διδασκαλίες, πλάκες όπου χαράσσονταν τα ονόματα των συντελεστών της βραβευμένης τετραλογίας και οι οποίες φυλάσσονταν στο δημόσιο αρχείο.
- ΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Ο ποιητής Ο ποιητής ήταν για την παράσταση σχεδόν τα πάντα:
α. Συγγραφέας.
β. Σκηνοθέτης: Μοίραζε τους ρόλους στους ηθοποιούς και τους ασκούσε στην απαγγελία.
γ. Μουσικοσυνθέτης.
δ. Χοροδιδάσκαλος: Ασκούσε το Χορό στο τραγούδι και την όρχηση.
ε. Σκηνογράφος.
Κατά την πρώιμη εποχή του δράματος, ο ποιητής ήταν και υποκριτής.
Οι ηθοποιοί: α. Ο αριθμός τους, από ένας που ήταν αρχικά αυξήθηκε σε δυο και τέλος σε τρεις (πρωταγωνιστής, δευτεραγωνιστής, τριταγωνιστής).
β. Ήταν μόνο άνδρες που υποδύονταν και γυναικείους ρόλους. Τους ρόλους των παιδιών υποδύονταν παιδιά, αλλά οι ρόλοι αυτοί ήταν βουβοί.
γ. Αρχικά ήταν ερασιτέχνες, αλλά αργότερα έγιναν επαγγελματίες και από τον 3ο αι. π.Χ. ενώθηκαν σε συντεχνία, το «κοινὸν τῶν περὶ τὸν Διόνυσον τεχνιτῶν».
Η σκευή (ενδυμασία)
Οι ηθοποιοί και τα μέλη του Χορού φορούσαν :
α. Προσωπείο (μάσκα): Ήταν από λινό ή εύκαμπτο υλικό, ενισχυμένο με γύψο και βαμμένο. Η χρήση του
προσωπείου:
Οδηγεί τους θεατές στην εξιδανίκευση των ηρώων.
Απομακρύνει τους θεατές από την καθημερινότητα και τους μεταφέρει σ’ έναν άλλο κόσμο, όπου δρουν και υποφέρουν οι ήρωες.
β. Ποδήρη χιτώνα (δηλ. μέχρι την άκρη των ποδιών) και από πάνω βαρύ ιμάτιο (κάτι σαν μακριά εσάρπα).
γ. Ακόμη φορούσαν υψηλά υποδήματα, που αργότερα ονομάστηκαν κόθορνοι.
Η ενδυμασία των ηθοποιών της τραγωδίας ήταν πολυτελής ή όχι, ανάλογα με τις ανάγκες του ρόλου που υποδύονταν. Έτσι οι βασιλιάδες φορούσαν χιτώνες ποδήρεις στολισμένους με ζωηρά χρώματα ή φαιά, όταν έπεφταν σε δυστυχία. Οι θεοί διακρίνονταν από τα σύμβολά τους και οι μάντεις έφεραν μάλλινο ένδυμα (ἀγρηνόν) πάνω από τον χιτώνα.
Ο Χορός: α. Οι χορευτές ήταν πολίτες ερασιτέχνες. Η συμμετοχή τους στο χορό θεωρείτο μεγάλη τιμή και ήταν ισότιμη με τη στρατιωτική θητεία.
β. Ο αριθμός τους αρχικά ήταν 12 άτομα, κατόπιν 15.
γ. Η ενδυμασία τους ήταν απλούστερη απ’ αυτή των ηθοποιών και ανάλογη προς τα πρόσωπα τα οποία υποδύονταν.
δ. Τραγουδούσαν και χόρευαν μέσα στην ορχήστρα, στην οποία έμπαιναν από τη δεξιά προς το θεατή πάροδο σε παραλληλόγραμμο σχηματισμό (ή κατά στοίχους: 3 άτομα επί 5 σειρές ή κατά ζυγά: 5 άτομα επί 3 σειρές).
ε. Επικεφαλής του Χορού κατά την είσοδό του βάδιζε ο αυλητής που με τον ήχο του αυλού συνόδευε την κίνηση και την όρχησή του.
στ. Κατά τη διδασκαλία του δράματος ο Χορός είχε τα νώτα στραμμένα προς τους θεατές και μόνο ο κορυφαίος συνομιλούσε με τους ηθοποιούς. Σήμερα πιστεύεται ότι ο Χορός είναι ένας κατώτερος υποκριτής που έχει το δικό του ήθος και τα δικά του κίνητρα, τα οποία προσδιορίζονται από την πλοκή του μύθου και τα δρώντα πρόσωπα.
Το κοινό: Το κοινό αποτελούσαν Αθηναίοι πολίτες (άντρες, γυναίκες, παιδιά και μέτοικοι) και ξένοι.
Το κοινό πλήρωνε εισιτήριο, το σύμβολον, χρήματα τα οποία εισέπραττε ο θεατρώνης, ο οργανωτής του θεάματος. Ο Περικλής θέσπισε για τους άπορους πολίτες, τα θεωρικά, αποζημίωση δύο οβολών αντί εισιτηρίου.
Τα επίσημα πρόσωπα, οι άρχοντες, κάθονταν σε τιμητικές θέσεις, τις προεδρίες, στην πρώτη σειρά του κοίλου, ενώ η κεντρικότερη και η πιο επίσημη έδρα προοριζόταν για τον ιερέα του Διονύσου.
Την τάξη στο θέατρο επιτηρούσαν οι ραβδούχοι, το αστυνομικό σώμα της αρχαίας Αθήνας, που απαρτιζόταν από ξένους (Σκύθες).
Οι θεατές περνούσαν στο θέατρο ολόκληρη την ημέρα, γιατί οι παραστάσεις ήταν πολύωρες: περίπου οκτώ ώρες για τη διδασκαλία μιας τετραλογίας ή πέντε κωμωδιών [Η διδασκαλία μιας τραγωδίας απαιτούσε περίπου ένα δίωρο].
Το κοινό συμμετείχε κατά την παράσταση με επιδοκιμασίες ή αποδοκιμασίες για τον ποιητή και τους κριτές.
VII. ΣΟΦΟΚΛΗΣ
Ο Σοφοκλής γεννήθηκε στον Ίππιο Κολωνό της Αθήνας το 496 π.Χ. και πέθανε το 406 π.Χ. σε ηλικία 90 ετών. Καταγόταν από αριστοκρατική γενιά. Υπηρέτησε σε υψηλές δημόσιες θέσεις (ελληνοταμίας, στρατηγός, επίσημος απεσταλμένος της Αθήνας, ιερέας του ήρωα Άλωνα).
Το έργο του επηρέασαν :
α. Η αριστοκρατική αγωγή και παιδεία του.
β. Ο δάσκαλός του, μουσικός Λάμπρος.
γ. Ο τραγικός ποιητής Αισχύλος.
δ. Πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του (Κίμων, Περικλής, Ηρόδοτος, Σωκράτης, Ίων).
Η ποιητική του παραγωγή:
Ο Σοφοκλής εμφανίστηκε στο θέατρο το 468 π.Χ. και κέρδισε την πρώτη νίκη, έχοντας μάλιστα αντίπαλο τον Αισχύλο. Έλαβε μέρος σε τριάντα περίπου δραματικούς αγώνες παίρνοντας πάνω από είκοσι πρώτα βραβεία και τα υπόλοιπα δεύτερα. Αναφέρεται ότι συνέθεσε 123 δράματα, αλλά σώθηκαν 7 και αποσπάσματα από το σατυρικό δράμα Ἰχνευταί. Αυτά είναι: Αἴας, Ἀντιγόνη, Τραχίνιαι, Οἰδίπους Τύραννος, Ἠλέκτρα, Φιλοκτήτης και Οἰδίπους ἐπὶ Κολωνῷ.
Σ’ όλα τα σωζόμενα έργα του Σοφοκλή κυριαρχεί το πρόβλημα της ηθικής τάξης. Προκειμένου να κρίνει τις ανθρώπινες πράξεις αναζητεί: α. τα βαθύτερα κίνητρα και β. την εσωτερική διάθεση των προσώπων που τις διέπραξαν.
Οι θρησκευτικές του αντιλήψεις :
Ο Σοφοκλής τρέφει σεβασμό στις μυθικές και θρησκευτικές παραδόσεις της πόλης. Η παρουσία των θεών είναι πάντοτε αισθητή στο έργο του.
Αντιπροσωπεύουν το φως, την ηρεμία αλλά και τη δύναμη. Ο άνθρωπος είναι ασταθής και εφήμερος, γι’ αυτό και οι θεϊκοί νόμοι υπερισχύουν σε όλα.
Οι ήρωες των έργων του:
Οι ήρωες των έργων του δεν είναι υπερφυσικοί, όπως στον Αισχύλο, ούτε καθημερινοί, όπως στον Ευριπίδη. Είναι γενναιότεροι από τον μέσο άνθρωπο και παλεύουν χωρίς καμία ανθρώπινη βοήθεια, μέσα στη μοναξιά που επιβάλλει ο ηρωισμός και η βούλησή τους. Οι ήρωες του Σοφοκλή αποφασίζουν να δράσουν μόνοι τους, μένουν σταθεροί στη φύση τους και, γι’ αυτό, αναλαμβάνουν την ευθύνη των πράξεών τους. Είναι προσηλωμένοι σε ένα σκοπό και έναν προορισμό.
Κατά τον Αριστοτέλη ο Σοφοκλής παριστάνει τους ήρωές όπως πρέπει να είναι, δηλαδή εξιδανικευμένους, σύμφωνα με την ηθική και αισθητική δεοντολογία, ώστε ο θεατής να αναγνωρίζει σ’ αυτούς τις δικές του αρετές και τα δικά του πάθη. Αντίθετα, τα δευτερεύοντα πρόσωπα διακρίνονται για την έλλειψη θάρρους, την αδυναμία, τον φόβος και την αφέλεια. Έτσι ο χαρακτήρας του ήρωα διαγράφεται πληρέστερα, καθώς συγκρίνεται με κάποιο άλλο πρόσωπο και γι’ αυτό ο θεατής βρίσκεται πολύ κοντά του και ανησυχεί για την τύχη του.
Οι καινοτομίες του στην εξέλιξη της τραγωδίας :
α. Αύξησε τον αριθμό των μελών του Χορού από 12 σε 15.
β. Μείωσε την έκταση των χορικών, ενώ αύξησε τα διαλογικά μέρη, που περιέχουν πολύ πιο σύνθετες σκηνές.
γ. Εισήγαγε τον τρίτο υποκριτή.
δ. Διέσπασε τη διδασκαλία μιας συνεχόμενης τριλογίας με κοινή υπόθεση, διδάσκοντας τρεις χωριστές τραγωδίες με διαφορετικό περιεχόμενο η καθεμία.
ε. Εισήγαγε τη σκηνογραφία με την κατασκευή μεγάλων πινάκων που στηρίζονταν στους περίακτους.
Η γλώσσα του έργου του:
Η γλώσσα του Σοφοκλή διακρίνεται για την κομψότητα και τη λεπτότητα.
Χρησιμοποιεί λέξεις λογιότερες και διατηρεί το υψηλό επίπεδο του Αισχύλου.
Διαγράφει με λίγους στίχους τις έξοχες εικόνες.
Μεταχειρίζεται αριστοτεχνικά την τραγική ειρωνεία, την περιπέτεια και την αναγνώριση, παρουσιάζοντας με άριστο τρόπο το ήθος των ηρώων του.
Γι’ αυτό οι αρχαίοι τον αποκαλούσαν μέλιτταν, ενώ ο Αριστοτέλης έλεγε πως «τὸ στόμα αὐτοῦ μέλιτι κεχρισμένον ἦν».
ΑΝΤΙΓΟΝΗ
Ο μύθος των Λαβδακιδών
Η γενιά των Λαβδακιδών, που βασίλεψε στη Θήβα, έδωσε και στους τρεις μεγάλους τραγικούς ποιητές πλούσιο υλικό για τη σύνθεση των τραγωδιών τους.
Σύμφωνα με το μύθο:
Ο Κάδμος, ιδρυτής της Θήβας, σκότωσε το ιερό φίδι του Άρη που φύλαγε την πηγή του θεού.
Ο εγγονός του Λάβδακος καταδίωξε τη λατρεία του θεού Διονύσου και αμάρτησε κατά του θεού.
Ο γιος του Λάιος απήγαγε τον Χρύσιππο, το γιο του Πέλοπα, και ο Πέλοπας τον καταράστηκε να πεθάνει άτεκνος ή να σκοτωθεί από το παιδί του. Από εκεί ξεκινούν οι συμφορές του γένους των Λαβδακιδών, που για τρεις συνεχόμενες γενιές υποφέρουν απ’ αυτή τη βαριά κατάρα. Ο Οιδίποδας, γιος του Λαΐου, σκότωσε άθελά του τον πατέρα του και παντρεύτηκε τη μητέρα του, την Ιοκάστη, με την οποία απέκτησε τέσσερα παιδιά, τον Πολυνείκη, τον Ετεοκλή, την Αντιγόνη και την Ισμήνη. Όταν ο Οιδίποδας έμαθε τα εγκλήματά του από τη μαντεία του Τειρεσία, τυφλώθηκε με τα ίδια του τα χέρια, αυτοεξορίστηκε από τη Θήβα, έφυγε τυφλός ζητιανεύοντας το ψωμί του στο δρόμο με συνοδό του την Αντιγόνη. Ο δρόμος τους οδήγησε ως τον Κολωνό, στην Αττική, όπου ο Οιδίποδας πέθανε. Ύστερα από το θάνατο του πατέρα της, η Αντιγόνη επέστρεψε στη Θήβα, όπου έζησε με την αδελφή της Ισμήνη. Εκεί μια νέα δοκιμασία την περίμενε. Ενώ τα δύο αδέρφια, ο Πολυνείκης και ο Ετεοκλής, συμφώνησαν να βασιλέψουν διαδοχικά ανά ένα χρόνο, ο Ετεοκλής αρνήθηκε να παραδώσει την εξουσία στον Πολυνείκη. Ο Πολυνείκης πήγε στο Άργος, παντρεύτηκε τη κόρη του βασιλιά Άδραστου και κινήθηκε με άλλους έξι εναντίον της Θήβας, για να διεκδικήσει την εξουσία.. Στον πόλεμο των Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας, που διεξάγονταν μπροστά στις πύλες της Θήβας, ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης σκοτώθηκαν ο ένας από το χέρι του άλλου. Ο βασιλιάς Κρέοντας που ήταν θείος του Πολυνείκη, του Ετεοκλή και των κοριτσιών, συμφώνησε να γίνει επίσημη η ταφή του Ετεοκλή, αλλά απαγόρευσε να θάψουν τον Πολυνείκη, ο οποίος είχε καλέσει τους ξένους εναντίον της πατρίδας του. Η Αντιγόνη δε θέλησε να εκτελέσει αυτή τη διαταγή. Θεωρώντας την ταφή των νεκρών και μάλιστα των στενών συγγενών της ιερό της καθήκον, επιβεβλημένο από τους θεούς και τους άγραφους νόμους, αψήφησε την απαγόρευση του Κρέοντα και σκόρπισε στο πτώμα του Πολυνείκη μια χούφτα χώμα, κίνηση τυπική που έφτανε να καλύψει το θρησκευτικό της χρέος. Γι’ αυτή την πράξη ευσέβειας καταδικάστηκε σε θάνατο από τον Κρέοντα και κλείστηκε ζωντανή στον τάφο των Λαβδακιδών, από τους οποίους καταγόταν. Κρεμάστηκε μέσα στη φυλακή της και ο Αίμονας, ο μνηστήρας της, ο γιος του Κρέοντα, σκοτώθηκε επάνω στο πτώμα της· η γυναίκα του Κρέοντα, η Ευρυδίκη, αυτοκτόνησε και αυτή μέσα στην απελπισία της.
Η Αντιγόνη είναι το δεύτερο από τα σωζόμενα έργα του Σοφοκλή. Το δίδαξε το 442 π.Χ. κερδίζοντας την πρώτη νίκη.
Ημερομηνία δημιουργίας
Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2024
-
Δεν υπάρχει περίγραμμα